- σανσόν
- το, Νάκλ.1. γαλλικό έντεχνο τραγούδι τού Μεσαίωνα και τής Αναγέννησης2. φρ. «σανσόν ντε ζεστ» — ηρωικά άσματα και ποιήματα που ανήκουν στην προφορική λογοτεχνική παράδοση τής Γαλλίας.[ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. chanson «τραγούδι»].
Dictionary of Greek. 2013.